Ο Λόφος του Λυκαβηττού, πρωταγωνιστής του καταστατικού μύθου της Αθήνας, αποτελεί ένα από τα τοπόσημα της πολεοδομικής και περιβαλλοντικής ιστορίας της πόλης. Το Θέατρο (1964-65) που σχεδιάζει ο Ζενέτος εντείνει τη σημασία του Βράχου στη συλλογική μνήμη της πόλης, με τις καλοκαιρινές συναυλίες, παραστάσεις και φεστιβάλ να αποτελούν πολύσημες αναφορές για διαφορετικές γενιές και κουλτούρες της Αθήνας. Παράλληλα όμως, μας ενδιαφέρουν και άλλες αφηγήσεις: το ανέβασμα με τα πόδια, το αυτοκίνητο ή τη μηχανή, οι καντίνες, οι μπύρες, οι κόντρες, οι κρυψώνες για ερωτικές συνευρέσεις, οι παρέες και οι μουσικές, τα γκραφίτι, οι κρεμασμένοι θεατές στα βράχια, η νυχτερινή θέα της πόλης, τα ζεστά της καλοκαίρια, τα παγωτά και τα ποπκορν με τα παιδιά μας, οι βόλτες με τα σκυλιά μας, και πρόσφατα, η χρήση του Λόφου από πολλές και πολλούς ως χώρος άθλησης και ευεξίας με θέα τα πανωσηκώματα, τις κεραίες και τους θερμοσίφωνες των πολυκατοικιών.
Η παρέμβασή μας συνδιαλέγεται ισότιμα με όλες τις παραπάνω ατομικές και συλλογικές ιστορίες. Προσπαθεί να αναδείξει αυτή την πολυπλοκότητα, την αμφισημία, τη ζωντανή κοινωνική ιστορία του Λόφου, που μας χωράει όλες και όλους, ίσως όχι την ίδια στιγμή ή κάθε μέρα, αλλά με σεβασμό και ανεκτικότητα, σαν το ηχητικό τοπίο του θεάτρου. Επιδίωξη μας υπήρξε η δημιουργία μιας ευέλικτης, πλήρους αναστρέψιμης, και οικονομικής υποδομής η οποία εντάσσεται σε μια αντίστοιχα δυναμική και βιώσιμη τοπιακή παρέμβαση που διατηρεί, αναδεικνύει και επικαιροποιεί τα χαρακτηριστικά και την ιστορία του Λόφου και του Θεάτρου του Λυκαβηττού.